Παθολόγος Κώστας Βαρδάκας

Οι σπάνιες βαρείες παρενέργειες της κατάχρησης των αντιβιοτικών

Ασθενής 17 ετών με ελεύθερο ιστορικό προσήλθε λόγω εμπύρετου (ως 39 ⁰C) με βήχα διάρκειας περίπου μιας εβδομάδας. Ο ασθενής είχε εξετασθεί προ 3 ημέρες από ιατρό ο οποίος συνέστησε συμπτωματική αγωγή για πιθανή ιογενή λοίμωξη. Δεν ανέφερε άλλα συμπτώματα από το αναπνευστικό σύστημα (καταρροή, ρινική συμφόρηση, φαρυγγαλγία) αλλά παραπονέθηκε για έντονη αδυναμία και εύκολη κόπωση. Στην κλινική εξέταση, παρουσίαζε ήπια ακροαστικά στον δεξιό πνεύμονα, αλλά το οξυγόνο στο αίμα του ήταν χαμηλό (SO2 89-90% στον αέρα) και έπαιρνε γύρω στις 30 αναπνοές το λεπτό (φυσιολογικά 12-14), χωρίς όμως να έχει δύσπνοια στην καθιστή θέση ή την κατάκλιση. Λόγω της κατάστασής του συστήθηκε εισαγωγή στο νοσοκομείο. Εκεί διαγνώσθηκε αμφοτερόπλευρη πνευμονία, χορηγήθηκε οξυγόνο και ενδοφλέβια αντιβίωση (κινολόνη) και μετά από 10 μέρες νοσηλείας ο ασθενής εξήλθε από το νοσοκομείο σε άριστη σχεδόν κατάσταση. Παρά τον ευρύ διαγνωστικό έλεγχο το αίτιο της πνευμονίας δε βρέθηκε.


Δυο εβδομάδες αργότερα, κι ενώ σε 2 επισκέψεις ενδιάμεσα ήταν καλά, ο ασθενής εμφάνισε εκ νέου δεκατική πυρετική κίνηση (ως 37.7 ⁰C) και βήχα, αυτή τη φορά με φαρυγγαλγία και καταρροή. Δεν παραπονιόταν για αδυναμία ή εύκολη κόπωση και στην εξέταση υπήρχε ερυθρότητα του φάρυγγα, χωρίς ευρήματα από τις αμυγδαλές, και ήπια λεμφαδενοπάθεια στον τράχηλο. Η ακρόαση των πνευμόνων ήταν χωρίς ευρήματα ενώ η οξυγόνωση του αίματος ήταν φυσιολογική (SO2 98%, 13 αναπνοές/λεπτό). Η υπόλοιπη εξέταση ήταν χωρίς ευρήματα και η συνολική κατάσταση του ασθενούς ήταν πολύ καλή. Η εικόνα έμοιαζε με ιογενή λοίμωξη του αναπνευστικού και συστήθηκε συντηρητική αγωγή. Η ανησυχία της μητέρας του λόγω του προηγούμενου ιστορικού οδήγησε στη διενέργεια strep test και εξετάσεων αίματος, τα οποία ήταν όλα αρνητικά (φυσιολογικός αριθμός και τύπος λευκών αιμοσφαιρίων, ελάχιστα αυξημένη CRP). Παρά την επιμονή της μητέρας για χορήγηση αντιβίωσης, συστήθηκε εκ νέου συμπτωματική αγωγή και παρακολούθηση για τις επόμενες 4 μέρες.


Τα συμπτώματα του ασθενούς παρέμεναν αναλλοίωτα μετά από 2 μέρες και η ανησυχία της μητέρας, παρά την εκ νέου επικοινωνία, οδήγησαν στην κλήση άλλου ιατρού, ο οποίος ενέδωσε στην πίεσή της και χορήγησε αντιβιοτική αγωγή (κεφαλοσπορίνη 2ης γενεάς). Όπως αναμενόταν, τα συμπτώματα υποχώρησαν 2 μέρες μετά και ο ασθενής αισθανόταν καλά μέχρι 2 μέρες πριν το τέλος της αγωγής, όταν εμφανίστηκαν διάρροιες, σταδιακά επιδεινούμενες. Διεκόπη η αντιβίωση, χορηγήθηκε συμπτωματική αγωγή με προβιοτικά για πιθανή διάρροια από αντιβιοτικά και τροποποίηση της δίαιτας όμως οι διάρροιες δεν υποχωρούσαν. Την 5η μέρα των διαρροιών ο ασθενής επανεμφάνισε πυρετό, αυτή τη φορά με κοιλιακό πόνο. Η μητέρα ανήσυχη, επικοινώνησε ξανά μαζί μου και μου είπε ότι προηγήθηκε.


Στην εξέταση, ο ασθενής ήταν αφυδατωμένος, έντονα καταβεβλημένος, με πυρετό (38.5 ⁰C) και διάχυτη ευαισθησία στην κοιλιά, κυρίως κατά μήκος του παχέος εντέρου με ήπια ελάττωση της κινητικότητας αυτού. Ο ασθενής εισήχθε εκ νέου στο νοσοκομείο όπου διεγνώσθη ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα. Ο ασθενής έλαβε νέα αντιβιοτική αγωγή με βανκομυκίνη και μετρονιδαζόλη, τα συμπτώματά του υποχώρησαν σταδιακά και εξήλθε μετά από 15 μέρες νοσηλείας. Τρεις μήνες μετά, δεν είχε εμφανίσει άλλο επεισόδιο διαρροιών, εμπυρέτου ή κοιλιακού άλγους.


Η ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα είναι μια σπάνια σχετικά επιπλοκή της λοίμωξης από ένα αναερόβιο μικρόβιο που ονομάζεται Clostridium difficile. Η συχνότητά της είναι συνεχώς αυξανόμενη, καθώς οι επιδημίες που εμφανίστηκαν στη Β. Αμερική και Β. Ευρώπη την προηγούμενη δεκαετία οδήγησαν σε συχνότερη χρήση αλγορίθμων για την έγκαιρη διάγνωσή της. Η λοίμωξη από το Clostridium difficile εμφανίζεται ως επί το πλείστον μετά από χρήση αντιβιοτικών (παίζει ρόλο το είδος, ο αριθμός, η διάρκεια της θεραπείας, η επαναλαμβανόμενη χρήση), νοσηλεία σε νοσοκομείο ή κέντρα φιλοξενίας ηλικιωμένων και αποκατάστασης, χημειοθεραπεία σε ηλικιωμένους ασθενείς και σε εγκύους. Η εκδήλωση σε νέους δεν είναι τόσο συχνή. Παρά το γεγονός ότι παλαιότερα θεωρούσαμε ότι είναι ενδονοσοκομειακή λοίμωξη, νεότερες μελέτες δείχνουν ότι η συχνότητα εμφάνισης στο νοσοκομείο και την κοινότητα είναι παρόμοια. Κάποια αντιβιοτικά ενοχοποιούνται περισσότερο (κινολόνες, κεφαλοσπορίνες, καρβαπενέμες, κλινδαμυκίνη) από ότι κάποια άλλα (πενικιλλίνες, μακρολίδια, τετρακυκλίνες), αλλά όλα τα αντιβιοτικά (ακόμα και αυτά που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της λοίμωξης) έχουν συσχετισθεί με την εμφάνισή της.


Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι τα μεγάλα ποσοστά αποτυχίας της θεραπείας (~14-22%) αλλά και οι συχνές υποτροπές (~24-27%). Μάλιστα, η πιθανότητα δεύτερης υποτροπής μετά την υποχώρηση της πρώτης είναι εντυπωσιακά μεγάλη (~40-50%) και αυξάνει ακόμη περισσότερο τον κίνδυνο περαιτέρω υποτροπών. Αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα την επιδείνωση της ποιότητας ζωής των ασθενώ, τις συχνές νοσηλείες και αυξημένο κόστος θεραπείας. Κατά τη διάρκεια επιδημιών τα ποσοστά θνητότητας άγγιξαν το 7%.

Πηγές 

www.pubmed.com

www.medscape.com

Vardakas KZ et al. Clostridium difficile infection following systemic antibiotic administration in randomised controlled trials: a systematic review and meta-analysis. Int J Antimicrob Agents. 2016;48(1):1-10.


Vardakas KZ et al. Treatment failure and recurrence of Clostridium difficile infection following treatment with vancomycin or metronidazole: a systematic review of the evidence. Int J Antimicrob Agents. 2012;40(1):1-8.

Υπερλιπιδαιμία

Υπερλιπιδαιμία ορίζεται η παθολογική κατάσταση κατά την οποία εμφανίζονται αυξημένα...